Σε ένα από πολλές απόψεις εύστοχο και γόνιμο άρθρο στο αγγλικό New Left Review Ιουλίου-Αυγούστου 2010, ο Σλάβοϊ Ζίζεκ παρουσιάζει την κατάσταση που έχει διαμορφωθεί με την τρέχουσα κρίση, εξηγώντας οτι κατά την γνώμη του δεν υπάρχει μια ορατή εναλλακτική προοπτική και δεν μπορούμε παρά να αναμένουμε την πραγματοποίηση του “αδύνατου”. Του αδύνατου που θα υπερβεί την κυριαρχία της ιδεολογίας της μονίμως “επείγουσας οικονομικής κατάστασης”, την παντοδυναμία των “δημοκρατικών μηχανισμών” που εμποδίζουν την ανατροπή των καπιταλιστικών σχέσεων, την έλλειψη προγραμματικού περιεχομένου στα αιτήματα της αριστεράς, και την απόσταση ασφάλειας των αριστερών διανοουμένων (radical intellectuals) από τα πραγματικά γεγονότα.
Μήπως όμως η παρουσίαση της σημερινής περιόδου ως το άθροισμα πολλαπλών αδιεξόδων δεν είναι παρά το αποτέλεσμα της δυσκολίας του συγγραφέα να υπερβεί ένα δικό του αδιέξοδο στον τρόπο που προσεγγίζει σε αυτό το κείμενο τη θέση των διανοουμένων σε μια τέτοια συγκυρία; Μήπως τελικά εκφράζει την αμηχανία του απέναντι στην ανάγκη μιας νέας προσέγγισης της ίδιας της σκέψης και της γνώσης, σε σχέση με μια παραδοσιακή αντίληψη του ρόλου και της θέσης των διανοουμένων;
Η άποψη του Ζίζεκ οτι δεν υπάρχει θετικό προγραμματικό περιεχόμενο στα αιτήματα της αριστεράς και οτι αρνείται απλώς να δεχθεί την ανατροπή του υπάρχοντος κοινωνικού κράτους, δεν είναι φυσικά άστοχη. Αλλά τι είναι τελικά αυτή η αριστερά που δεν ορίζεται πλέον παρά ως ο υπερασπιστής των επιτευγμάτων της σοσιαλδημοκρατίας; Στην πραγματικότητα υπάρχει ως ένας ευρύς χώρος ανθρώπων και ομάδων με τοποθετήσεις και πρακτικές που υπερασπίζονται (ή θεωρούν οτι υπερασπίζονται) τους αδύναμους και υποστηρίζουν την αλληλεγγύη, αλλά δεν υπάρχει - αν υπήρξε ποτέ - ως ένα πολιτικό υποκείμενο από το οποίο ζητάει κανείς να δώσει προγραμματικές απαντήσεις. Το να επιμένει κανείς να αναφέρεται σε έναν κατακερματισμένο χώρο πολιτικών οργανώσεων (που η καθεμία θεωρεί οτι αποτελεί το εν δυνάμει πολιτικό υποκείμενο), ως ένα ενιαίο πράγμα από το οποίο ζητάει μάλιστα και λογαριασμό, δεν είναι παρά η εθελοντική επιλογή ενός αδιεξόδου.
Αλλά αυτή η αναφορά σε μια αριστερά που δεν υπάρχει, συνδυάζεται (αναγκαστικά) με την ταυτόχρονη αναφορά σε μια μυθική αριστερά των “αρχών του 20ου αιώνα”, η οποία τότε “γνώριζε τι έπρεπε να γίνει”. Είναι πλέον γνωστό οτι η εμφάνιση της οκτωβριανής επανάστασης ως το έργο των μπολσεβίκων, των προγόνων της μετέπειτα κομμουνιστικής αριστεράς, δεν χρησίμευσε μόνο στη διαγραφή από την ιστορία των άλλων πολιτικών δυνάμεων που συμμετείχαν στην επαναστατική διαδικασία και των κοινωνικών δυνάμεων που έδρασαν αυτόνομα, αλλά χρησίμευσε στη συνέχεια στο να νομιμοποιηθούν - στο όνομα μιας αριστεράς που “ηξερε τι πρέπει να γίνει” - απαγορεύσεις πολιτικών οργανώσεων, εγκλήματα, μαζικές εκκαθαρίσεις διαφωνούντων, τραγικά λάθη και αδιανόητες αλλαγές “γραμμής”.
Πρός την ίδια κατεύθυνση - της ηθελημένης περιγραφής ενός αδιεξόδου - οδηγεί και η παρουσίαση του Παγκόσμιου Κοινωνικού Φόρουμ, και των κινημάτων που συμμετέχουν σε αυτό, ως μια ριζοσπαστική εκδοχή ενός “ηθικού αντικαπιταλισμού”, που ποτέ δεν αμφισβητεί τους φιλελεύθερους-δημοκρατικούς θεσμικούς μηχανισμούς του αστικού κράτους. Είναι μια αξιολόγηση που δεν υποτιμάει μόνο τη ριζοσπαστική και αντικαπιταλιστική πρακτική πολλών κινημάτων σε όλο τον κόσμο, τον κεντρικό ρόλο των κινημάτων αυτών σε κρίσιμες στιγμές ή κρίσιμα μέτωπα, αλλά συντηρεί επίσης μια απαξιωμένη πλέον σήμερα αντιπαράθεση κοινωνικών κινημάτων και αριστερών πολιτικών οργανώσεων. Αν πάρουμε δύο σημαντικές στιγμές στην πρόσφατη ευρωπαϊκή ιστορία, τα δημοψήφισματα κατά της “συνταγματικής συνθήκης” στη Γαλλία και την Ολλανδία και τις κινητοποιήσεις στην Κοπεγχάγη τον περασμένο Δεκέμβριο για την κλιματική αλλαγή, δεν υπάρχει αμφιβολία οτι συμμετείχαν σε αυτές ριζοσπαστικά αντικαπιταλιστικά κινήματα, και υιοθετήθηκαν μορφές κινητοποιήσεων που αφήνουν πολύ πίσω το σχήμα μιας “αριστεράς” που θα μπορούσε να ξέρει το πρέπει να γίνει.
Η στιγμή της αλήθειας στο κείμενο του Σλάβοϊ Ζίζεκ είναι όταν η αδυσώπητη και σωστή κριτική των αριστερών διανοουμένων κινδυνεύει να αποτελέσει και το ερμηνευτικό σχήμα του δικού του εγκλωβισμού στην αναμονή του “αδύνατου”. Ναί οι αριστεροί διανοούμενοι “ζεσταίνουν τις καρδιές τους σκεπτόμενοι αυτά που συμβαίνουν σε μακρινά μέρη, ενώ συνεχίζουν να προωθούν τις καρριέρες τους”. Ναί έχουν μια τάση να “καταστροφολογούν” απέναντι σε διάφορες πολιτικές καταστάσεις. Αλλά γιατί είναι οι αριστεροί διανούμενοι το κέντρο του σκεπτόμενου κόσμου, γιατί πρέπει να περιμένουμε από αυτούς να ξυπνήσουν, αντιμέτωποι επιτέλους με τις “πραγματικές αλλαγές” που συντελούνται; Η “δημόσια χρήση της λογικής” (Κάντ), η υποστήριξη της “εξισωτικής οικουμενικότητας της σκέψης”, η αντίθεση στην “ιδιωτική χρήση της γνώσης” (μέσω της ιδιωτικοποίησης της εκπαίδευσης και της έρευνας), αφορούν σήμερα πολύ περισσότερο κόσμο από τους αριστερούς διανοούμενους με καρριέρες, αφορούν αυτό που ο Νέγκρι ονομάζει “μαζική διανοητικότητα”, την εμπλοκή πολλών ανθρώπων, ομάδων και κινημάτων στην κατανόηση οτι “υπάρχει πρόβλημα στον τρόπο που κατανοούμε το πρόβλημα¨.
Μήπως όμως είναι δύσκολο να ξεφύγει ένας αριστερός διανοούμενος από την καταστροφολογία; Πρίν απ’όλα σχετικά με τη δημοκρατία και τη βία. Για την πρώτη χρησιμοποιείται μια επικίνδυνη διατύπωση: “Η αποδοχή των ‘δημοκρατικών μηχανισμών’ αποτελεί το απόλυτο πλαίσιο που εμποδίζει τον ριζοσπαστικό μετασχηματισμό των καπιταλιστικών σχέσεων”. Είναι σωστό ότι έχει παγιωθεί μια λειτουργία της δημοκρατίας που στηρίζεται πλέον στην κατάργηση, αλλά και την παραβίαση νομοθετημένων δικαιωμάτων. Αλλά, δεν μπορούμε να αγωνιστούμε για ριζοσπαστικές αλλαγές χωρίς να διεκδικήσουμε τόσο τη δημοκρατία, όσο και το σεβασμό νομίμων δικαιωμάτων. Δεν είναι μόνο ένα θέμα αρχής, ή τακτικής. Ένας μετασχηματισμός με την έξοδο από τον καπιταλισμό πρέπει να αλλάξει καταμερισμούς πόρων και εξουσιών, να υιοθετήσει καινοτομίες θεσμικές, οργανωτικές, τεχνολογικές, και να διατηρήσει επιτυχημένες πρακτικές της προηγούμενης περιόδου, και όλ’αυτά δεν μπορούν γίνουν χωρίς διαδικασίες κατά τις οποίες η κοινωνία θα αποφασίσει δημοκρατικά το πώς θέλει να ζήσει και να εξελιχθεί.
“Η ίδια η ύπαρξη του κράτους, ως μηχανισμού ταξικής κυριαρχίας είναι μια πράξη βίας”. Επομένως, “η χρήση της βίας από τους καταπιεσμένους κατά της άρχουσας τάξης και του κράτους της είναι πάντα σε τελική ανάλυση ‘αμυντική’”. Πρώτο πρόβλημα: οι κοινωνικές κατακτήσεις στο παρελθόν ή το μέλλον, μπορεί να μην ανατρέπουν την ταξική κυριαρχία, αλλά αυτό δεν σημαίνει οτι δεν είναι επιθυμητές και σημαντικές και οτι - επιπλέον - δεν μπορεί να αξιοποιηθούν για την προώθηση ριζικών μετασχηματισμών. Δεύτερο πρόβλημα: αυτό που περιγράφεται ως χρήση της βίας από τους καταπιεσμένους εμφανίζεται σπανιότατα με αυτή τη μορφή, και είναι κατά κανόνα η άσκηση βίας από τους εκπροσώπους των καταπιεσμένων! Στη σημερινή κατάσταση της “επείγουσας οικονομικής κατάστασης” δεν είμαστε αντιμέτωποι με την “αγορά”, αλλά - όπως σωστά επισημαίνει ο Ζίζεκ - με καλά οργανωμένες επεμβάσεις κρατών και χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων. Οι αναγκαίες απαντήσεις- αντεπιθέσεις χρειάζονται όμως κάτι παραπάνω από τη νομιμοποίηση της χρήσης μορφών βίας, καθώς θα εξαρτηθεί η επιτυχία τους από τη δυνατότητα πραγματοποίησης ευρύτερων κοινωνικών συσπειρώσεων που θα βασιστούν σε σχεδιασμένες και δημοκρατικά αποφασισμένες προγραμματικές συγκλίσεις.
Αλλά μηπώς και η καταγγελία μιας ιδεολογίας της “επείγουσας οικονομικής κατάστασης” που κηρύσσει το “αδύνατο” των ριζικών αλλαγών, δεν είναι τελικά παρά η αιτιολόγηση του αδιεξόδου στο οποίο βρίσκεται η κριτική της; Κάθε ιδεολογία που υπηρετεί ένα σύστημα κηρύσσει ταυτοχρόνως και το αδύνατο της ανατροπής του. Στην σημερινή περίοδο υποστηρίζεται οτι δεν μπορεί να γίνουν αλλαγές προς την κατεύθυνση της αποκατάστασης του κοινωνικού κράτους, ή της επιστροφής στις εθνικές οικονομίες, ενώ προβάλονται όρια που δεν πρέπει να ξεπεραστούν, όπως στην περίπτωση της αντιμετώπισης της κλιματικής αλλαγής. Δεν αποτελεί όμως απάντηση στην κυρίαρχη ιδεολογική τοποθέτηση η άρνηση μιας συζήτησης για το μέλλον της κοινωνικής προστασίας χωρίς επιστροφή στο παλιό κοινωνικό κράτος, για τη ρύθμιση των διεθνών οικονομικών σχέσεων χωρίς εθνικές αναδιπλώσεις, ή για τα όρια που θέτει αναγκαστικά στην οικονομία η αποτελεσματική προστασία του περιβάλλοντος.
Τι σημαίνει ομως να καταλήγει ο Σλάβοϊ Ζίζεκ στο συμπέρασμα οτι “το αδύνατο μπορεί να συμβεί”; Πρόκειται για το αδύνατο όπως το κατανοούν οι περισσότεροι αριστεροί διανοούμενοι της εποχής μας, και επειδή συνδέονται με πολιτικές οργανώσεις και κόμματα, για τον τρόπο με τον οποίο πολλά από αυτά προσεγγίζουν το μέλλον. Στον ισχυρισμό οτι “σήμερα δεν γνωρίζουμε τι πρέπει να κάνουμε, αλλά πρέπει να δράσουμε τώρα, διότι η επίπτωση της μη δράσης μπορεί να είναι καταστροφική”, πρέπει να απαντήσει κανείς οτι στον κόσμο μας υπάρχουν διάσπαρτες πολύτιμες προγραμματικές επεξεργασίες και προτάσεις, σημαντικές εναλλακτικές πρακτικές, παραδείγματα δηλαδή και σχέδια του δυνατού. Προτάσεις και πρακτικές που μπορούν να αποτελέσουν τη βάση μιας απάντησης στη κυρίαρχη ιδεολογία και πολιτική, με την εμπλοκή όλο και περισσοτέρων ανθρώπων και κοινωνικών ομάδων στην “δημόσια χρήση της λογικής”, με σκοπό την επέκταση μιας ανανεωμένης προσέγγισης της αρμονικής και διατηρήσιμης συμβίωσης των ανθρώπων
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου