Ο κορυφαίος φυσικός της NASA, James Hansen, από τους πρώτους επιστήμονες που στη δεκαετία του 80 επεσήμαναν την επικίνδυνη δυναμική της κλιματικής αλλαγής, δημοσίευσε πρίν μερικούς μήνες το βιβλίο με τίτλο “The storms of my grandchildren” (Οι καταιγίδες που θα ζήσουν τα εγγόνια μου), όπου επιχειρεί να κάνει δύο πράγματα: να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους οι προειδοποιήσεις του και οι προειδοποιήσεις πολλών συναδέλφων του δεν λαμβάνονται υπόψη από τις πολιτικές αρχές, αλλά και από τα περισσότερα ακαδημαϊκα ιδρύματα στη χώρα του, και να παρουσιάσει την ανάλυσή του για τη δυναμική και τους κινδύνους της κλιματικής αλλαγής, που καταλήγει σε πιό αυστηρές προτάσεις σε σχέση κυρίως με τις προτάσεις της Διακυβερνητικής Διάσκεψης του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
Πρόκειται για ένα σημαντικό βιβλίο για αυτούς που θέλουν να κατανοήσουν τους παράγοντες που επηρεάζουν τις κλιματικές συνθήκες στον πλανήτη Γή, αλλά και για αυτούς που αναρωτιούνται πώς είναι δυνατόν, ένας τόσο έγκυρος επιστήμονας να έχει παραμείνει στο περιθώριο της επιστημονικής κοινότητας της χώρας του, να έχει λογοκριθεί από επιστημονικά περιοδικά, να έχει δεχθεί συμβουλές για τη διατύπωση περισσότερο “αποδεκτών απόψεων”, να έχει ακόμα απειληθεί με απόλυση. Δεν πρόκειται όμως για μια κατάσταση που χαρακτηρίζει μόνο τις Ηνωμένες Πολιτείες, ούτε πρόκειται για τον αντίκτυπο απλώς μιας δυσπιστίας του κοινού ή ακόμα και των μεμονωμένων πολιτικών. Ο J.Hansen φωτίζει με αυτό το (πρώτο του) βιβλίο την πρωτοφανή σχέση που έχει διαμορφωθεί στο σημερινό κόσμο ανάμεσα στην επιστημονική παραγωγή και την πολιτική εξουσία: ενώ από τη μια μεριά οι επιστήμες, και ειδικότερα οι φυσικές επιστήμες, έχουν αποκτήσει τεράστιες πλέον δυνατότητες παραγωγής αξιόπιστων ερευνητικών αποτελεσμάτων, οι προσπάθειες υποταγής του προσανατολισμού και των συμπερασμάτων αυτής της παραγωγής στις επιδιώξεις της εξουσίας, ή των επιμέρους πολιτικών ή οικονομικών εξουσιών, είναι περισσότερο ισχυρές και αποτελεσματικές παρά ποτέ.
Αυτή είναι μια διάσταση της σημερινής κρίσης που δεν γίνεται πάντα κατανοητή, ή δεν αξιολογείται όσο θα έπρεπε. Η κυριαρχία στον τομέα των οικονομικών και κοινωνικών επιστημών, θεωριών και αντιλήψεων που δεν μπορούν να εξασφαλίσουν την αναπαραγωγή όχι μόνο κοινωνικών αλλά και οικονομικών ισορροπιών, έχει πλέον επεκταθεί και στον τομέα των φυσικών επιστημών, σχετικά με τη διατήρηση των κλιματικών ισορροπιών, δηλαδή των συνθηκών που επιτρέπουν εδώ και 7000 χρόνια την επιβίωση της ανθρωπότητας. Από μια σημαντική άποψη αυτή η περίοδος επικράτησης και χαοτικής συνύπαρξης μεμονωμένων συμφερόντων (αυτό που ονομάζεται σήμερα “αγορά”) που επιδιώκουν από κοινού να παραμερίσουν ορθολογικές επιστημονικές και πολιτικές προσεγγίσεις, θυμίζει τη σκοτεινή εποχή της μετάβασης από την ύστερη αρχαιότητα στη φεουδαρχία, την εποχή διαμόρφωσης της ιστορικής περιόδου που ονομάστηκε Μεσαίωνας.
Δεν υπάρχει δυστυχώς αμφιβολία - όχι μόνο κατά τον J.Hansen - οτι η αδυναμία να αντιμετωπιστούν εγκαίρως οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής θα οδηγήσει κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 21ου αιώνα, σε ριζικές μεταβολές των συνθηκών διαβίωσης, υγιεινής, παραγωγής τροφίμων, μετακινήσεων και μεταφορών, που θα μας οδηγήσουν πέρα από τις δυνατότητες των κρατών να προστατεύσουν τους πληθυσμούς τους (κάτι που ισχύει ήδη σε μεγάλο μέρος του πλανήτη), να εξασφαλίσουν την παραγωγική δραστηριότητα, να προβλέψουν και να αποφύγουν θανατηφόρες ανθρωπιστικές κρίσεις ή επιδημίες. Αν φθάσουμε σε μια τέτοια εξέλιξη, δεν θα έχουμε πλέον έναν πολιτισμό σαν αυτόν που γνωρίζουμε σήμερα, και η σημερινή αφελής πεποίθηση, σε όλο το φάσμα των ασχολούμενων με τα κοινά, οτι η πρόοδος είναι αναπόφευκτη καθώς και η “ανάπτυξη”, θα είναι πλέον μια ανάμνηση των γηραιοτέρων, όπως και η ελπίδα οτι εξαιρετικοί επιστήμονες θα μπορούσαν να βοηθήσουν τους κρατούντες ή την κοινωνία ή και τους δύο.
Το μέτρο της ανησυχίας του J.Hansen μας το δίνει το γεγονός οτι η απόφασή του να γράψει αυτό το βιβλίο είναι προφανώς συνάρτηση της διαπίστωσης του οτι το πολιτικό και επιστημονικό κατεστημένο της χώρας του δεν πρόκειται να ασχοληθεί σοβαρά και έγκαιρα με την απειλή της κλιματικής αλλαγής, και της ελπίδας του οτι η διάδοση των εκτιμήσεων και της επιχειρηματολογίας του στους νέους ανθρώπους θα μπορέσει ίσως να κάνει τη διαφορά. Πόσο γρήγορα όμως μπορεί να συγκροτηθούν κοινωνικές ομάδες και κοινότητες επιστημόνων, που θα κατορθώσουν να ανατρέψουν την απήχηση την οποία έχουν σήμερα οι “καθησυχαστικές” απόψεις στην κοινή γνώμη και σε αυτούς που στελεχώνουν τα πολιτικά κόμματα και οργανώσεις; Πόσο γρήγορα θα επιτρέψουν αυτές οι αλλαγές να αποκτήσει η επιστημονική θεμελίωση του κοινού συμφέροντος το κύρος το οποίο χρειάζεται για να μετατραπεί σε μια στρατηγική για τη ματαίωση μιας καταστροφικής αλλαγής του κλίματος στον πλανήτη Γη;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου