Πέμπτη 26 Ιουλίου 2018

Τι επιδιώκουμε με την Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία;


Για τη χάραξη πολιτικών σε οποιονδήποτε τομέα έχει σχέση με την παραγωγική δραστηριότητα, πρέπει να αποτελεί αφετηρία η διαπίστωση οτι η ελληνική οικονομία γνώρισε μια κατάρρευση του δυναμικού της και οτι οι παραγωγικές της δυνατότητες πρέπει να ανοικοδομηθούν. Η κατάρρευση αυτή, δεν σημαίνει μόνο οτι χάθηκε παραγωγικό δυναμικό και θέσεις εργασίας σε πρωτόγνωρη κλίμακα σε περίοδο ειρήνης, αλλά και οτι το παραγωγικό κεφάλαιο συρρικνώθηκε δραματικά, και επιπλέον οτι δεν υπάρχει μια αστική τάξη με ένα σχέδιο για την ανασυγκρότηση της οικονομίας, ούτε για την ανασυγκρότηση ενός κοινωνικού θεσμικού πλαισίου.


Οι κεφαλαιούχοι του επιχειρηματικού τομέα, υποστηρίζουν από την αρχή την καταστροφική επικυριαρχία του ευρωπαϊκού και του ελληνικού χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου, και την αναπαραγωγή της περιθωριοποιημένης τάξης τους χάρη στην υπερεκμετάλλευση μιας κατακερματισμένης και φτωχοποιημένης εργατικής τάξης. Η ιδέα οτι χάρη στην αύξηση της ζήτησης με δημόσιες δαπάνες, στις ενισχύσεις επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, και χάρη σε ξένες επενδύσεις, πρόκειται να ξεκινήσει μια πορεία ανασυγκρότησης, όχι μόνο της οικονομίας αλλά και του Κοινωνικού Κράτους, δεν έχει σχέση με την πραγματικότητα. Κατά την μετά το 2009 περίοδο δεν έχει καταρρεύσει μόνο το σαθρό οικοδόμημα της ελληνικής καπιταλιστικής οικονομίας, γιατί έχει καταρρεύσει και η οποιαδήποτε αξιοπιστία της ιδέας για ανάσταση εκ νεκρών του “ιδανικού καπιταλισμού” που τόσος κόσμος στην Αριστερά έχει στο μυαλό του.

Η εκτίμηση αυτή δεν σημαίνει πως δεν είναι αναγκαίες, στο πλαίσιο του Αναπτυξιακού Σχεδιασμού, πολιτικές και συμφωνίες που αφορούν μεμονωμένους επιχειρηματίες, ομάδες επιχειρηματιών ή και επιχειρηματικούς φορείς, και από την άλλη μεριά πολιτικές προστασίας της εργασίας και της οργάνωσης των μισθωτών. Σημαίνει όμως οτι η ανασυγκρότηση του κόσμου της εργασίας, η κατάκτηση της αξιοπρεπούς διαβίωσης και κοινωνικής προστασίας των εργαζομένων, όπως και η ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού, δεν θα είναι το αποτέλεσμα της δημιουργίας μιας νέας αστικής τάξης, πρόθυμης να συνάψει ένα νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο, αλλά της ανάπτυξης σε μεγάλη κλίμακα μη καπιταλιστικών και μετα-καπιταλιστικών μορφών οργάνωσης της παραγωγής και της οικονομικής δραστηριότητας γενικά. Από αυτή την άποψη είναι επιτακτική η υποστήριξη της ανάπτυξης του συνεταιριστικού κινήματος και ειδικότερα της Κοινωνικής και Αλληλέγγυας Οικονομίας.

Η Κοινωνική και Αλληλέγγυα Οικονομία αποτελεί μετα-καπιταλιστική μορφή οργάνωσης της παραγωγής και της εργασίας, όχι μόνο επειδή οργανώνεται συλλογικά και δημοκρατικά η παραγωγή, ο καταμερισμός εργασίας, η λήψη αποφάσεων, και η αμοιβή της εργασίας, αλλά και επειδή η δικτύωση των δραστηριοτήτων και ο απο κοινού σχεδιασμός της παραγωγής και της διάθεσης των προϊόντων μπορεί να συγκροτήσει ισχυρές νησίδες μετα-καπιταλιστικής οικονομίας, και παράλληλα να επηρεάσει καθοριστικά τον συνολικό συσχετισμό δυνάμεων υπέρ του κόσμου της εργασίας, σε οτι αφορά την κοινωνική κάλυψη, τις συνθήκες εργασίας, και τις αμοιβές που μπορεί να θεωρηθούν αξιοπρεπείς. Η Ελλάδα είναι η ευρωπαϊκή χώρα όπου, λόγω των πρωτοφανών για τη μεταπολεμική Ευρώπη διαστάσεων της κατάρρευσης μιας καπιταλιστικής οικονομίας, η ΚΑΛΟ μπορεί να αναδειχθεί σε έναν αποφασιστικό τομέα της οικονομίας, αρκεί να υιοθετηθούν οι κατάλληλες πολιτικές ως επακόλουθο της αντίστοιχης πολιτικής απόφασης.

Για το σύνολο της διαδικασίας ανασυγκρότησης της παραγωγής, σε συνδυασμό βέβαια με την υιοθέτηση περιβαλλοντικών και κοινωνικών στρατηγικών, είναι απαραίτητη η υιοθέτηση μεθόδων Αναπτυξιακού Σχεδιασμού. Η ιδέα οτι αυτή η αναγκαιότητα μπορεί να παρακαμφθεί και να αφήσουμε την εγχώρια και ξένη επιχειρηματικότητα να εκκινήσουν τους αυτοματισμούς των αγορών, δείχνει μια εντυπωσιακή έλλειψη γνώσης των μεθόδων που χρησιμοποιήθηκαν κατά την εκκίνηση αναπτυξιακών διαδικασιών σε εμβληματικές περιπτώσεις χωρών, αλλά δείχνει και μια εξίσου εντυπωσιακή αδυναμία κατανόησης του σημερινού χαρακτήρα της καπιταλιστικής δυναμικής, που λόγω της περιβαλλοντικής κρίσης, της κυριαρχίας του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου και της έκρηξης των ανισοτήτων, ακολουθεί πολύ επικίνδυνες παρακμιακές κατευθύνσεις.

Η αναγνώριση της ανάγκης του Αναπτυξιακού Σχεδιασμού, σημαίνει οτι πρέπει να μεταφερθεί το βάρος των επιλογών και των πρωτοβουλιών στο δημόσιο χώρο, εκεί που ήδη βρίσκεται το κυρίαρχο βάρος των πολιτικών χρηματοδότησης, τόσο των ιδιωτικών δραστηριοτήτων, όσο και των δημοσίων επενδύσεων και δράσεων, αλλά σε συνθήκες που χαρακτηρίζονται όπως και στο παρελθόν από αποσπασματικές και ασύνδετες παραχωρήσεις πόρων. Οι αλλαγές που πρέπει να γίνουν στις μεθόδους χάραξης και υλοποίησης πολιτικών είναι πολύ σημαντικές. Οι δραστηριότητες που αφορούν είτε το περιβάλλον, είτε τα δημόσια έργα και τις υποδομές, είτε την παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών, πρέπει να ενταχθούν σε ενιαία σχέδια. Η ενεργοποίηση υπάρχοντος ανθρώπινου δυναμικού για τη δημιουργία νέων μονάδων παραγωγής, μπορεί να ακολουθήσει κατά προτεραιότητα το δρόμο των συλλογικών μορφών (και όχι των ατομικών), όπως οι συνεταιρισμοί και η ΚΑΛΟ, που εξαρχής εντάσσονται σε λογικές οι οποίες αφορούν το σύνολο της κοινωνίας και στηρίζουν την προσέγγιση του Αναπτυξιακού Σχεδιασμού.

Οι δραστηριότητες από τις οποίες αναμένεται κερδοφορία και συσσώρευση παραγωγικού κεφαλαίου, δεν είναι το ίδιο με τις δραστηριότητες που μπορούν να εξασφαλίσουν εισοδήματα σε εγχώριες αγορές, ή αγορές τοπικού χαρακτήρα. Πρέπει να αναγνωριστεί οτι οι πρώτες, που αφορούν σε σημαντικό βαθμό τις εξαγωγικές δραστηριότητες, δεν μπορούν από μόνες τους να σύρουν το σύνολο της οικονομίας και οτι επομένως οι δεύτερες που αφορούν μικρές επιχειρήσεις, οικογενειακές επιχειρήσεις, αυτοαπασχολούμενους, συνεταιρισμούς και δραστηριότητες ΚΑΛΟ, έχουν δυνατότητες βιώσιμης ανάπτυξης, αν ενταχθούν σε σχέδια περιφερειακού ή τοπικού χαρακτήρα. Σε όλες τις τουριστικές περιοχές της χώρας, η ύπαρξη και μεγέθυνση μεγάλων τουριστικών επιχειρήσεων (ξενοδοχείων) συνυπάρχει με την υστέρηση σε οτι αφορά την προσφορά εγχώριων προϊόντων κα υπηρεσιών, και την αύξηση αντίθετα των εισαγωγών. Ο σχεδιασμός της ανάπτυξης της τοπικής παραγωγής, όπου η ΚΑΛΟ μπορεί να δώσει ένα επιπλέον κοινωνικό και δημοκρατικό στίγμα, αποτελεί την κατεύθυνση μιας πολύπλευρης αναβάθμισης του “τουριστικού προϊόντος”.

Οι δραστηριότητες που εξασφαλίζουν κατά κύριο λόγο εισοδήματα αποτελούν τη μεγάλη μάζα των παραγωγικών μονάδων που μπορούν να επωμιστούν την ανασυγκρότηση, και επομένως να αποτελέσουν την βασική κινητήρια δύναμη της αύξησης της απασχόλησης. Μετά όμως την μακρά περίοδο μείωσης της παραγωγής και κλεισίματος επιχειρήσεων, και την παρουσία χρηματοδοτικών και άλλων εργαλείων που στηρίζουν γενικώς την εξωστρέφεια και την καινοτομία (δηλαδή τομείς δραστηριοτήτων που απαιτούν ειδικές στοχεύσεις και επομένως πολιτικές), χρειάζεται να υπάρξει σχεδιασμός με εσωστρεφή χαρακτήρα, και να δημιουργηθούν δομές υποστήριξης που να στηρίζουν τις επιλογές προσανατολισμού, τη βιωσιμότητα των εγχειρημάτων, την επιλογή της ποιότητας των προϊόντων, και τις μεθόδους διοίκησης και οργάνωσης των μονάδων.

Σε αυτές τις συνθήκες η ανάπτυξη της ΚΑΛΟ είναι μια πολιτική επιλογή που μπορεί να διαλέξει να μην ευνοήσει τη μικρή ιδιωτική επιχειρηματικότητα και την αντίστοιχη μισθωτή εργασία, αλλά να ευνοήσει τις συλλογικές μορφές δραστηριοποίησης, που αποτελούν μια νέα μορφή συγκρότησης του κόσμου της εργασίας, η οποία μπορεί – μαζί με το νέο ρόλο του δημόσιου τομέα - να αποτελέσει και έναν παράγοντα ενίσχυσης των δημοκρατικών θεσμών σε τοπικό και εθνικό επίπεδο, και διαμόρφωσης ενός “νέου παραγωγικού μοντέλου”, που αξίζει πραγματικά αυτό τον χαρακτηρισμό.



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου