Το Σύμφωνο για το Ευρώ ολοκληρώνει, μετά την απόφαση για τη δημιουργία ενός Ταμείου Χρηματοοικονομικής Σταθερότητας, ένα σύστημα διαχείρισης της οικονομικής κρίσης στο σύνολο της ευρωζώνης. Το σύστημα αυτό δεν έχει στρατηγική, και πόσο μάλλον όραμα, επιδιώκει απλά να εγκαθιδρύσει μηχανισμούς ελέγχου των οικονομικών μεγεθών στα κράτη μέλη, που θα επιτρέψουν να μη ξεσπάσει μια βαθύτερη χρηματοπιστωτική κρίση, και να πραγματοποιηθούν ενδεχομένως ελεγχόμενες αναδιαρθρώσεις χρεών. Πρόκειται για μηχανισμούς που θα παρακολουθούν χρόνο με χρόνο, τα δημόσια οικονομικά, τους μισθούς, την ευελιξία στην αγορά εργασίας και τα συνταξιοδοτικά συστήματα.
Για τις χώρες που έχουν ένταχθεί στο μηχανισμό στήριξης - που έχουν υποστηριχθεί με δάνεια από τις χώρες της ευρωζώνης - για να διαχειριστούν το δημόσιο χρέος και τα εξωτερικά ελλείμματά τους, το Σύμφωνο για το Ευρώ σημαίνει πως αναγνωρίζεται οτι η λογική των Μνημονίων θα είναι πλέον το σταθερό πλαίσιο άσκησης πολιτικών. Σημαίνει δηλαδή οτι, όπως και στην Ελλάδα, η “έξοδος από την κρίση” ταυτίζεται με την “επιστροφή στις αγορές”. Η πιθανότητα να μην επιτυγχάνεται αυτός ο στόχος είναι τόσο μεγάλη και αφορά τόσες πολλές χώρες, που μονιμοποιείται πλέον ο συνδυασμός ενός μηχανισμού κάλυψης δανειακών αναγκών και ενός μηχανισμού επιβολής μέτρων λιτότητας.