Η μέθοδος που χρησιμοποιείται για τη διαπραγμάτευση μεταξύ τραπεζών και κρατών σε οτι αφορά τη διαχείριση του χρέους, είναι υπό συζήτηση από τη δεκαετία του 80, όταν άρχισε η συσσώρευση των δημοσίων χρεών σε χώρες του Νότου. Σιγά σιγά και έως σήμερα εγκαθιδρύθηκε μια προσέγγιση που διαφέρει πλήρως από τον τρόπο διαχείρισης στο εσωτερικό των χωρών, του χρέους των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Η κάθε εθνική νομοθεσία φροντίζει να εξασφαλίσει τη συνέχεια της οικονομικής δραστηριότητας και την επιβίωση των υπερχρεωμένων ατόμων, αλλα σε διεθνές επίπεδο δεν υπάρχει αντίστοιχο νομικό πλαίσιο και αντίθετα, η παντοδυναμία των τραπεζών και η εξυπηρέτηση αυτής της παντοδυναμίας από τους διεθνείς οργανισμούς είναι ο κανόνας. Και τα προγράμματα που επιβάλλονται στα κράτη των υπερχρεωμένων χωρών, καταστρέφουν παραγωγικό δυναμικό και βάζουν τους πληθυσμούς σε διαρκή κίνδυνο.
Καθώς έχει επικρατήσει το δόγμα της πλήρους αν είναι δυνατό ικανοποίησης των τραπεζών, ως προς την τρέχουσα εξυπηρέτηση αλλά και ως προς την όλο και μεγαλύτερη επέκταση στο χρόνο της πληρωμής τόκων και χρεωλυσίων, οι αρχές που επιβάλουν στην κάθε χώρα το αντίστοιχο “Μνημόνιο”, είναι ταυτοχρόνως ο δικηγόρος των τραπεζών, ο δικαστής, αλλά και ο “δικηγόρος του οφειλέτη”, αναγκαστικά. Στην πραγματικότητα η διαφορετική προσέγγιση της υπερχρέωσης στο εσωτερικό των βιομηχανικών χωρών και στις σχέσεις των τραπεζών με τις υπερχεωμένες χώρες, δεν είναι παρά η αξιοποίηση της θέσης ισχύος των οικονομιών του Βορρά, σε σχέση με τις χώρες του Νότου. Σήμερα που η υπερχρέωση έχει μεταφερθεί και στις χώρες του Βορρά (στις ΗΠΑ, την Ευρώπη και την Ιαπωνία), ο ισχυρός πόλος είναι το διεθνές χρηματοπιστωτικό σύστημα και οι διεθνείς οργανισμοί που τον εξυπηρετούν, σε συνεργασία με τις κυβερνήσεις που δέχονται να υποταχθούν σε αυτό το πλαίσιο, παραβιάζοντας τις συνταγματικές τους υποχρεώσεις.
Μπορεί να αναρωτηθεί κανείς για ποιό λόγο υιοθετούνται πολιτικές καταστροφής του παραγωγικού δυναμικού και του κοινωνικού ιστού, όταν είναι προφανές οτι το αποτέλεσμα θα είναι η αδυναμία, από μια στιγμή και μετά, της εξυπηρέτησης του χρέους και άρα η αναπόφευκτη διαγραφή ενός μεγάλου ποσοστού αυτού του χρέους. Η ερμηνεία αυτού του παραδόξου βρίσκεται στο ότι η λειτουργία του καπιταλιστικού συστήματος έχει μετατοπιστεί από την αναζήτηση του κέρδους στην αναζήτηση της προσόδου. Το κέρδος συνεπάγεται την επιδίωξη της αποδοτικής μακροχρόνιας παραγωγικής λειτουργίας, ενώ η πρόσοδος προκύπτει απλά από την μεταφορά εισοδήματος, και είναι αδιάφορο το πώς το εισόδημα αυτό δημιουργείται. Και από τη στιγμή που προέχει η αποδοτικότητα του χρηματικού κεφαλαίου, έχει εγκαθιδρυθεί ως κυρίαρχος τρόπος προσέγγισης η επίτευξη αυτής της αποδοτικότητας ακόμη κι αν καταστρέφει παραγωγικό δυναμικό και δημιουργεί ανεργία.
Η ανατροπή της νεοφιλελεύθερης προσέγγισης, πρέπει να αντικατασταθεί από μια άλλη, η οποία να εξασφαλίζει την πρωτεύουσα σημασία των μακροχρόνιων οικονομικών και κοινωνικών ισορροπιών, και ταυτοχρόνως να μπορεί να υλοποιηθεί σε έναν κόσμο αυξημένης οικονομικής αλληλεξάρτησης μεταξύ των χωρών: να αποτελεί με δυό λόγια ένα νέο διεθνές νομικό καθεστώς. Εδώ και πάνω από 20 χρόνια έχει προταθεί η υιοθέτηση στις διεθνείς διαπραγματεύσεις μεταξύ τραπεζών και υπερχρεωμένων δημοσίων ταμείων, η μέθοδος που προβλέπεται από τη νομοθεσία των Ηνωμένων Πολιτειών σχετικά με την αναδιαπραγμάτευση του χρέους των οργανισμών τοπικής αυτοδιοίκησης στις αμερικανικές τράπεζες.
Η μέθοδος αυτή βασίζεται στην ύπαρξη μιας διαδικασίας διαπραγμάτευσης ενώπιον μιας ανεξάρτητης οντότητας που δημιουργείται με τη σύμφωνη γνώμη των πιστωτών και του οφειλέτη. Κατά τη διαπραγμάτευση ακούγονται όλα τα επιχειρήματα του οφειλέτη, σχετικά με τις ανάγκες της οικονομίας, των κοινωνικών υπηρεσιών και του πληθυσμού, και η κατάληξη είναι αναγκαστικά η διαγραφή ενός μέρους του χρέους προς τις τράπεζες. Ένα διάσημο παράδειγμα της χρήσης αυτής της μεθόδου στις Ηνωμένες Πολιτείες ήταν η διάσωση από την χρεοκοπία της πόλης της Νέας Υόρκης το 1975. Το πρόγραμμα που συμφωνήθηκε προέβλεπε να μην πληγούν τα πανεπιστήμια και οι δημόσιες μεταφορές, να υπάρξει αναδιαπραγμάτευση του χρέους και να θεωρηθούν απόλυτα φυσιολογικές οι απώλειες των τραπεζών και των κατόχων ομολόγων που είχε εκδόσει ο δήμος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου