Κατά το μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας της Αριστεράς και του εργατικού κινήματος, οι μορφές οργάνωσης της εργατικής τάξης και εκδήλωσης της ταξικής αλληλεγγύης ήταν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, η οργάνωση του εργατικού ελέγχου ή της αυτοδιαχείρισης σε μεγάλες μονάδες παραγωγής. Και όλες αυτές οι μορφές οργάνωσης προέκυπταν κατά κύριο λόγο από την απασχόληση σε έναν ενιαίο εργοδότη, και από τη συγκέντρωση πολυπληθούς εργατικού δυναμικού σε σχετικά μεγάλες μονάδες παραγωγής. Σε επίπεδο τομέων ή περιοχών της παραγωγικής δραστηριότητας, αναμενόταν οτι η παρέμβαση της εργατικής τάξης θα είχε ως βάση τον συντονισμό της ταξικής δράσης στις μονάδες παραγωγής, είτε επρόκειτο για τις καθεστωτικές λειτουργίες εργατικού κράτους, είτε για τις μορφές κοινωνικής διαπραγμάτευσης σε ένα σοσιαλ-δημοκρατικό καθεστώς.
Από τη στιγμή που κυριάρχησε ο νεοφιλελευθερισμός ως πρότυπο διακυβέρνησης των καπιταλιστικών οικονομιών, και από τη στιγμή που έγινε αντιληπτή η καθοριστική σημασία της περιβαλλοντικής κρίσης για το μέλλον των κοινωνιών, άλλαξαν ριζικά οι συνθήκες στις οποίες μπορεί να γεννηθεί μια “ταξική” συνείδηση και να οργανωθεί η ικανοποίηση των αναγκών της πλειοψηφίας του πληθυσμού που αποτελείται από τον κόσμο της εργασίας, ο οποίος περιλαμβάνει πλέον εκτός των μισθωτών και μαζικές κατηγορίες μικροεπιχειρηματιών, ελεύθερων επαγγελματιών και αγροτών. Η εκμετάλλευση από το κεφάλαιο του κόσμου της εργασίας παρουσιάζει νέα χαρακτηριστικά:
- Η γενική στασιμότητα της παραγωγικότητας και η υπερχρέωση των οικονομιών οδηγούν σε συνδυασμούς καταστροφής παραγωγικού δυναμικού και αναδιανομής του εισοδήματος – και επομένως μείωσης της απασχόλησης και διεύρυνσης των ανισοτήτων – που είναι η μόνη διέξοδος για τη διατήρηση της κερδοφορίας του κεφαλαίου.
- Η πλειοψηφία του πληθυσμού πλήττεται πλέον από τις επιπτώσεις της περιβαλλοντικής κρίσης με πολλαπλούς τρόπους, που δεν απασχολούν πραγματικά τις οικονομικές και πολιτικές ελίτ, ως στρατηγικά θέματα.
- Ο κόσμος της εργασίας είναι σε μαζική κλίμακα εξατομικευμένος, ενώ ζεί σε συνθήκες επισφάλειας και μειωνόμενων εισοδημάτων.
Η συνείδηση που μπορεί να επιτρέψει την αντίσταση σε αυτές τις συνθήκες, και την επιδιώξη μιας εναλλακτικής απάντησης, δεν αρκεί να προκύπτει από την αντιπαράθεση κεφαλαίου και εργασίας σε χώρους παραγωγής, αλλά πρέπει να μπορεί να συνενώσει διαφορετικές κατηγορίες μισθωτών και άλλων κοινωνικών στρωμάτων που εντάσσονται στον κόσμο της εργασίας. Η συνείδηση που επιτρέπει την επεξεργασία του συνόλου των εναλλακτικών πολιτικών και θεσμικών αλλαγών, δεν γεννιέται αυθόρμητα λόγω κάποιας ταξικής θέσης, αλλά πρέπει να προκύψει από μια συνθετική επεξεργασία, αποδοχή και διαδικασία υλοποίησης. Αυτό σημαίνει οτι οι αναγκαίες θεσμικές αλλαγές αφορούν τόσο τη συγκρότηση ομάδων με επιστημονική κατάρτηση και εμπειρία στο σύνολο της αναπτυξιακής θεματολογίας, πολιτικά όργανα αποτελούμενα από εκπροσώπους των κοινωνικών κατηγοριών που εκφράζουν την κοινωνία (κατά κύριο λόγο τον κόσμο της εργασίας αν και όχι μόνο), αλλά και από δημόσιες υπηρεσίες ικανές να οργανώσουν και να παρακολουθήσουν την υλοποίηση των αποφασισμένων σχεδίων. Αυτές οι θεσμικές αλλαγές πρέπει να υλοποιηθούν και να οργανωθούν σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο σε όλη τη χώρα, πέρα από την αναγκαία εθνική συνθετική προσέγγιση του αναπτυξιακού σχεδιασμού.
Η προοπτική αυτών των θεσμικών αλλαγών απαιτεί τις σχετικές πολιτικές αποφάσεις αλλά και την προετοιμασία του κόμματος σε θεωρητικό επίπεδο και σε επίπεδο στελεχικού δυναμικού ικανού να συμμετάσχει στην επεξεργασία και την υλοποίηση των αντίστοιχων πολιτικών. Η οικοδόμηση της νέας αλληλεγγύης είναι απόλυτη προτεραιότητα για την Αριστερά, είναι η μέθοδος μέσω της οποίας θα δωθούν νέες απαντήσεις σε στρατηγικά και πολιτικά ερωτήματα. Αλλά είναι και η μέθοδος για να επιτευχθεί η συνειδητή, σταθερή και αποτελεσματική ενότητα της κοινωνίας μπροστά στις τρομακτικές προκλήσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου