Πέμπτη 10 Ιανουαρίου 2019

Το μέλλον πέρα απο το 2019


Αξίζει να θυμηθούμε οτι η κυβέρνηση της Αριστεράς κληρονόμησε στην Ελλάδα μεγάλες στρεβλώσεις του παραγωγικού συστήματος. Τη διαχείριση των οικονομικών και αναπτυξιακών πολιτικών με ένα ανεπαρκές, σπάταλο και αναποτελεσματικό πελατειακό σύστημα, την αποδυνάμωση και αδρανοποίηση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, και μια καμένη γή στον τομέα των υποδομών, που δεν περιορίζεται στην “τρύπα του Κούβελα”. Επρόκειτο και πρόκειται ακόμα για προβλήματα που για να αντιμετωπιστούν χρειάζεται χρόνος, τόλμη και εφευρετικότητα. Εχουν γίνει σημαντικά βήματα, χωρίς όμως να έχει ολοκληρωθεί μια διαδικασία πλήρους αντικατάστασης του παλαιού συστήματος.


Κατά την πρώτη φάση της νέας διακυβέρνησης, την περίοδο της συνεχούς διαπραγμάτευσης στο πλαίσιο του τρίτου μνημονίου, κατορθώθηκε να υπάρξει εξισορρόπηση των δημοσίων οικονομικών, μέ στόχο όχι μόνο την εξυπηρέτηση του δημοσίου χρέους, αλλά και την εξεύρεση πόρων για την αντιμετώπιση της ανθρωπιστικής κρίσης. Σε μια δεύτερη φάση, μετά την έξοδο από την περίοδο των μνημονίων τον Αύγουστο, και την αξιοποίηση των αποφάσεων του Eurogroup του Ιουνίου 2018, υιοθετούνται μέτρα αναδιανομής του εισοδήματος προς όφελος επαγγελματιών και επιχειρηματιών, και των κατώτερων εισοδηματικών κατηγοριών, ενώ πραγματοποιείται αισθητή βελτίωση των αποδοχών των μισθωτών, αλλά και της διαπραγματευτικής τους ισχύος απέναντι στην εργοδοσία.

Αυτές οι δύο πρώτες φάσεις της νέας διακυβέρνησης θα έχουν σύμφωνα με αξιόπιστες εκτιμήσεις ως αποτέλεσμα την επιβεβαίωση της αποδοχής της Αριστεράς από το εκλογικό σώμα. Δεν θα έχουν όμως πλήρως εξαλειφθεί οι επιπτώσεις της κρίσης και τα κατάλοιπα των προηγούμενων διακυβερνήσεων, ενώ θα συνεχίσουν να υπάρχουν οι κίνδυνοι που συνδέονται με τη διεθνή συγκυρία, σε οτι αφορά τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος, τον παραγωγικό δυναμισμό, τις προσφυγικές ροές, αλλά και τη δυναμική της κλιματικής αλλαγής. Απέναντι σε αυτά τα προβλήματα και σε αυτούς τους κινδύνους, η στρατηγική για την οικονομία, την κοινωνία και το περιβάλλον, δεν μπορεί να παρουσιάζεται ως συνέχιση μιας αναπτυξιακής διαδικασίας που έχει ήδη ξεκινήσει.

Η αύξηση της παραγωγής, και επομένως της απασχόλησης, αποτελεί κρίσιμη στρατηγική ανάγκη που δεν μπορεί να θεωρηθεί αναμενόμενο αποτέλεσμα της εξωστρέφειας και των ξένων επενδύσεων. Η μεγέθυνση της παραγωγής αγαθών και υπηρεσιών, είναι ταυτοχρόνως απαραίτητη για την εξωτερική ισορροπία της οικονομίας, αλλά και για την αξιοποίηση των εγχώριων παραγωγικών δυνατοτήτων σε οτι αφορά την εγχώρια κατανάλωση, και την υποκατάσταση εισαγωγών. Επίσης οι επιπτώσεις της εξωστρέφειας για την απασχόληση δεν είναι επαρκείς. Ακόμα και μεγάλο μέρος των εξωστρεφών δραστηριοτήτων όπως ο τουρισμός, που όπως γνωρίζουμε αποτελεί και μεγάλο εισαγωγικό τομέα, μπορούν να αποτελέσουν κινητήρια δύναμη της εγχώριας παραγωγικής δραστηριότητας, αν υιοθετηθούν οι κατάλληλες πολιτικές.

Σε όλες τις περιφέρειες της χώρας, αλλά και σε μικρότερες τοπικές ενότητες, είναι κατά κανόνα ορατό οτι οι πολιτικές που αφορούν την παραγωγή, τις υποδομές, ή το περιβάλλον, δεν εντάσσονται σε ενιαίους σχεδιασμούς. Πρόκειται για μια αδυναμία που έχουμε κληρονομήσει από το παρελθόν, η οποία όμως δεν έχει αντιμετωπιστεί επαρκώς, καθώς συνεχίζονται οι αποσπασματικές επιλογές έργων υποδομών, και δράσεων στήριξης επιχειρηματικών δραστηριοτήτων, που δεν αλληλοτροφοδοτούνται, και χάνουν την αποτελεσματικότητά τους. Από τη στιγμή που στα ζητήματα τοπικής ανάπτυξης έχουν προστεθεί όλο και περισσότερο και προβλήματα που αφορούν το περιβάλλον και τους φυσικούς πόρους, τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, αλλά και τα ελλείμματα που αφορούν λ.χ. τους υδάτινους πόρους, η ολοκληρωμένη προσέγγιση των τοπικών αναπτυξιακών σχεδίων αποτελεί μια αναγκαιότητα από την οποία απέχουμε ακόμα πολύ.

Η έμφαση στην τοπική ανάπτυξη και στην αύξηση της απασχόλησης με τον ταχύτερο δυνατό τρόπο, έχει άμεση σχέση με τις ανάγκες του εργαζόμενου πληθυσμού, των μισθωτών και των απασχολούμενων σε μικρές επιχειρήσεις, συνεταιρισμούς και ΚΟΙΝΣΕΠ, αλλά και με τις ανάγκες σε δημόσιους πόρους για την άσκηση πολιτικών για τις υποδομές – δημόσιες και κοινωνικές - και για το περιβάλλον. Η κρίση και η περίοδος των μνημονίων άφησαν πίσω τους μεγάλες ανισότητες που δεν αφορούν μόνο τα οικογενειακά εισοδήματα, αλλά και την πρόσβαση σε υπηρεσίες. Ως τώρα η καταπολέμηση των ανισοτήτων είχε εκ των πραγμάτων το χαρακτήρα προνοιακής πολιτικής και αυτή τη στιγμή εγκαινιάζεται μια πολιτική αύξησης των κατώτερων μισθών και ημερομισθίων. Η αναπτυξιακή στρατηγική πρέπει να θέσει ως στόχο την ανατροπή των σημερινών ανισοτήτων, την κατάργηση με ταχείς ρυθμούς της μαζικής φτώχειας και της μαζικής ανεργίας, τη σταθεροποίηση με άλλα λόγια της συμμαχίας των διαφόρων κατηγοριών του κόσμου της εργασίας, που έχουν επιλέξει μια κυβέρνηση της Αριστεράς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου